Снопот στα ελληνικά
Μετάφραση: снопот, Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάτσο, τσουβαλιάζω, δέσμη, σωριάζω, δεσμίδα, πακέτο, δέμα, ακτίνα, δοκός, δέσμης, δοκού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- смртта στα ελληνικά - θάνατος, τέλος, τερματισμός, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, θάνατό
- снегот στα ελληνικά - χιονίζω, χιόνι, χιονιού, το χιόνι, χιόνια, του χιονιού
- собата στα ελληνικά - χώρος, δωμάτιο, σετ, σύνολο, σειρά, συνόλου, δέσμη
- советот στα ελληνικά - δήμος, συμβούλιο, Συμβουλίου, του Συμβουλίου, Συμβουλίου για
Τυχαίες λέξεις
Снопот στα ελληνικά - Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάτσο, τσουβαλιάζω, δέσμη, σωριάζω, δεσμίδα, πακέτο, δέμα, ακτίνα, δοκός, δέσμης, δοκού
Μεταφράσεις: μάτσο, τσουβαλιάζω, δέσμη, σωριάζω, δεσμίδα, πακέτο, δέμα, ακτίνα, δοκός, δέσμης, δοκού