Δεσμίδα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: δεσμίδα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
снопот, зенкеровам, аркот
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεσμίδα
δεσμίδα 11 εισιτηρίων, μονήρης δεσμίδα, τοξοειδής δεσμίδα, τοξοειδή δεσμίδα, δεσμίδα χαρτονομισμάτων, δεσμίδα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, δεσμίδα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- δεξιός στα σλαβομακεδονικά - правото, право, во право, десно, десната
- δερμάτινος στα σλαβομακεδονικά - кожата, во кожа, со кожа, кожа, во кожени, во кожените
- δεσμευτικός στα σλαβομακεδονικά - обврзувачки, врзување, обврзувачка, врзувањето, им
- δεσμεύω στα σλαβομακεδονικά - fetter
Τυχαίες λέξεις
Δεσμίδα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: снопот, зенкеровам, аркот
Μεταφράσεις: снопот, зенкеровам, аркот