Účinok στα ελληνικά

Μετάφραση: účinok, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επενέργεια, επενεργώ, ορμή, επίδραση, σύγκρουση, επιρροή, κρούση, αποτέλεσμα, ισχύ, αποτελέσματος, επιπτώσεις
Účinok στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • účet στα ελληνικά - λογαριασμός, σημασία, νομοσχέδιο, αναφορά, ράμφος, υπόψη, λογαριασμό, ...
  • účinný στα ελληνικά - αποδοτικός, κραταιός, αποτελεσματικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές
  • účtenka στα ελληνικά - λήψη, παραλαβή, απόδειξη, παραλαβής, την παραλαβή, τη λήψη
  • účtovník στα ελληνικά - λογιστής, λογιστή, Accountant, Ελεγκτής Λογιστής, ΛΟΓΙΣΤΗΣ
Τυχαίες λέξεις
Účinok στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επενέργεια, επενεργώ, ορμή, επίδραση, σύγκρουση, επιρροή, κρούση, αποτέλεσμα, ισχύ, αποτελέσματος, επιπτώσεις