Επενέργεια στα σλοβακικά
Μετάφραση: επενέργεια, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
konanie, akční, vliv, boj, čin, účinok, dej, vplyv, účinky, účinku, efekt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επενέργεια
ενέργεια σημαίνει, ενέργεια συνώνυμο, ενάργεια συνώνυμο, ενέργεια ορισμος, επενέργεια λεξικό γλώσσας σλοβακικά, επενέργεια στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- επεκτείνω στα σλοβακικά - natiahnu, rozšíriť, rozšírenie, rozšírenia
- επεμβαίνω στα σλοβακικά - zasahovať, zasiahnuť
- επενδύω στα σλοβακικά - rodokmeň, investovať, investície
- επενεργώ στα σλοβακικά - vliv, účinok, akty, Nástroje, aktmi, aktov, dokumenty
Τυχαίες λέξεις
Επενέργεια στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: konanie, akční, vliv, boj, čin, účinok, dej, vplyv, účinky, účinku, efekt
Μεταφράσεις: konanie, akční, vliv, boj, čin, účinok, dej, vplyv, účinky, účinku, efekt