Bezradný στα ελληνικά
Μετάφραση: bezradný, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανήμπορος, ανίκανος, αβοήθητος, αβοήθητοι, ανίσχυροι, αβοήθητο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezplatný στα ελληνικά - τσάμπα, αυτεξούσιος, δωρεάν, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
- bezpochyby στα ελληνικά - αναμφίβολος, αναμφίβολα, αναμφισβήτητα, χωρίς αμφιβολία, ασφαλώς, αμφιβολία
- bezstarostný στα ελληνικά - κεφάτος, παράτολμος, ατάσθαλος, εύκολος, άνετος, χαρωπός, απρόσεκτος, ...
Τυχαίες λέξεις
Bezradný στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανήμπορος, ανίκανος, αβοήθητος, αβοήθητοι, ανίσχυροι, αβοήθητο
Μεταφράσεις: ανήμπορος, ανίκανος, αβοήθητος, αβοήθητοι, ανίσχυροι, αβοήθητο