Blázniť στα ελληνικά

Μετάφραση: blázniť, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λωλός, τρελός, κουζουλός, θυμωμένος, ανόητος, ξεγελάσουν, ξεγελάσει, ξεγελάσουν τους, βλάκας
Blázniť στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • blázinec στα ελληνικά - άσυλο, ασυλία, φρενοκομείο, τρελάδικο, τρελοκομείο, φρενοκομείου, madhouse
  • bláznivý στα ελληνικά - τρελούτσικος, παλαβός, τρελός, τρελό, τρελή, τρελά, τρελοί
  • bláznovský στα ελληνικά - παλαβός, γελωτοποιός, zany, κωμική, αστείες, την κωμική
  • blázon στα ελληνικά - μανιακός, χαζός, βλάκας, κοροϊδεύω, τρελός, τρελό, τρελή, ...
Τυχαίες λέξεις
Blázniť στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λωλός, τρελός, κουζουλός, θυμωμένος, ανόητος, ξεγελάσουν, ξεγελάσει, ξεγελάσουν τους, βλάκας