Divine στα ελληνικά
Μετάφραση: divine, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαίρεση, μεραρχία, διχασμός, θείος, θεϊκός, θεία, θεϊκή, θείας
Μεταφράσεις
- divergentní στα ελληνικά - αποκλίνουσες, αποκλίνοντα, αποκλίνουσα, αποκλινουσών, αποκλινόντων
- dividenda στα ελληνικά - μοιράζομαι, μέρισμα, κλήρος, μοιράζω, μερίσματος, μερισμάτων, μερίσματα, ...
- divný στα ελληνικά - παράξενος, απόκοσμος, αλλόκοτος, εκκεντρικός, αδερφή, περίεργος, μονός, ...
- divoch στα ελληνικά - άγριος, βάρβαρος, Savage, άγρια, άγριο, άγριες
Τυχαίες λέξεις
Divine στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαίρεση, μεραρχία, διχασμός, θείος, θεϊκός, θεία, θεϊκή, θείας
Μεταφράσεις: διαίρεση, μεραρχία, διχασμός, θείος, θεϊκός, θεία, θεϊκή, θείας