Λέξη: εξωτερικός

Σχετικές λέξεις: εξωτερικός

εξωτερικός συνεργάτης english, εξωτερικός σκληρός δίσκος 2tb, εξωτερικός σκληρός δίσκος 300gb, εξωτερικός συνεργάτης στα αγγλικά, εξωτερικός συνεργάτης, εξωτερικός δίσκος wd 2.5'' elements 1tb usb 3.0, εξωτερικός σκληρός δίσκος, εξωτερικός σκληρός δίσκος 1tb, εξωτερικός φωτισμός, εξωτερικός απινιδωτής, εξωτερικός σκληρός

Συνώνυμα: εξωτερικός

εξώτερος, ξένος, άσχετος

Μεταφράσεις: εξωτερικός

εξωτερικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
foreign, outer, external, exterior, outside, extraneous

εξωτερικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
extraño, ajeno, advenedizo, extranjero, exterior, externo, externa, ultraterrestre, exterior de

εξωτερικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fremd, ausländisch, äußere, Außen-, Außen, äußeren, Aussen

εξωτερικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
étranger, extérieur, forain, extérieure, externe

εξωτερικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
estraneo, straniero, estero, esterno, esterna, esteriore, esterne, esterni

εξωτερικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fronte, estranho, testa, alienígena, estrangeiro, exterior, externo, externa, exteriores, de fora

εξωτερικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
uitheems, onwennig, vreemd, buitenlands, buiten-, uitwendig, uiterlijk, buitenste, uiterlijke

εξωτερικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
иноземный, наружный, заграничный, иногородний, посторонний, сторонний, несоответствующий, нездешний, инородный, чужой, пришлый, внешний, зарубежный, иностранный, наружная, внешняя, наружной

εξωτερικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
utenlandsk, fremmed, ytre, verdens, ytterste, utvendig, utvendige

εξωτερικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
främmande, utrikes, yttre, ytter

εξωτερικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vieras, ulkomainen, ulkomaalainen, ulompi, ulomman, ulko, ulko-, ulompaan

εξωτερικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
udenlandsk, fremmed, ydre, udvendige, yderste, udvendig, det ydre

εξωτερικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zahraniční, cizí, vnější, vnějšího, vnějším

εξωτερικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
postronny, cudzoziemski, zagraniczny, dziwny, obcojęzyczny, obcy, napływowy, obcokrajowy, pozakrajowy, zewnętrzny, wierzchni, zewnętrzna, zewnętrznej, zewnętrzną

εξωτερικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
külső, külsõ, a külső

εξωτερικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yabancı, dış, bir dış, harici

εξωτερικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
закордонний, чужою, зовнішній, чужої, зарубіжний, відкритий

εξωτερικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
huaj, i jashtëm, jashtme, e jashtme, jashtëm, të jashtme

εξωτερικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
външен, външната, външния, външна, външният

εξωτερικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
знешні, вонкавы, зьнешні, вонкавае

εξωτερικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
välismaine, väline, välis-, välimine, välimise, välimist

εξωτερικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
stranu, stran, vanjski, strani, strana, stranački, vanjska, vanjske, vanjskog, vanjsku

εξωτερικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
erlendur, ytra, ytri, OUTER

εξωτερικός στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
alienus, externus, allophylus, exter

εξωτερικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
svetimas, išorinis, išorinė, išorinio, išorinės, išorinį

εξωτερικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
svešs, svešāds, nepazīstams, neatbilstošs, ārējā, ārējais, ārējo, ārējās, ārējai

εξωτερικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
надворешниот, надворешната, надворешен, надворешна, надворешните

εξωτερικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
străin, extern, strein, exterior, exterioară, exterioare, exterioara

εξωτερικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
cizí, zunanji, zunanja, zunanje, zunanjo, zunanjega

εξωτερικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zahraniční, vonkajšie, vonkajšej, vonkajší, vonkajšiu, vonkajšia

Στατιστικά δημοτικότητας: εξωτερικός

Τυχαίες λέξεις