Duchovenstvo στα ελληνικά
Μετάφραση: duchovenstvo, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιερατείο, κλήρος, κλήρου, κληρικούς, κληρικοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- duchaplnosť στα ελληνικά - εφευρετικότητα, ευφυΐα, ευφυία
- duchaplný στα ελληνικά - φίνος, λεπτός, εκλεπτυσμένος, άσεμνος, ιδιόχυμος, ζωηρός, νόστιμος, ...
- duchovnosť στα ελληνικά - πνευματικότητα, πνευματικότητας, την πνευματικότητα, η πνευματικότητα, της πνευματικότητας
- duchovní στα ελληνικά - ιερός, εφημέριος, πνευματικός, όσιος, ιερατείο, πνευματική, πνευματικό, ...
Τυχαίες λέξεις
Duchovenstvo στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιερατείο, κλήρος, κλήρου, κληρικούς, κληρικοί
Μεταφράσεις: ιερατείο, κλήρος, κλήρου, κληρικούς, κληρικοί