Ρεζιλεύω στα αγγλικά
Μετάφραση: ρεζιλεύω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
stultify, humiliate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ρεζιλεύω
stultify
- μωραίνω
- ρεζιλεύω
- γελοιοποιώ
- εξευτελίζω
- ταπεινώνω
- ρεζιλεύω
Σχετικές λέξεις: ρεζιλεύω
ρεζιλεύω λεξικό γλώσσας αγγλικά, ρεζιλεύω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ρεβέρ στα αγγλικά - lapel, revers, cuff, cuffs, leg, backhand
- ρεγάλο στα αγγλικά - tip, regalo
- ρεκόρ στα αγγλικά - record, a record, records, record of
- ρελιάζω στα αγγλικά - braid, reliazo
Τυχαίες λέξεις
Ρεζιλεύω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: stultify, humiliate
Μεταφράσεις: stultify, humiliate