Necitlivý στα ελληνικά

Μετάφραση: necitlivý, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναίσθητος, ανεπηρέαστος, αδρανείς, ευαίσθητο, μη ευαίσθητες, μη ευαίσθητη
Necitlivý στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nechuť στα ελληνικά - αποστροφή, απροθυμία, αποστροφής, απέχθεια, η αποστροφή, την αποστροφή
  • nechápavý στα ελληνικά - δασύς, πυκνός, αργόστροφος, βραδύνους, αμβλύς, θαμπό, βαρετή, ...
  • necudný στα ελληνικά - ασελγής, λάγνες, άσεμνης, της άσεμνης, λάγνα
  • nedbajúci στα ελληνικά - απρόσεκτος, επιλήσμων, αγνοεί, αγνοούν, να αγνοεί, μη ενθυμούμενος
Τυχαίες λέξεις
Necitlivý στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναίσθητος, ανεπηρέαστος, αδρανείς, ευαίσθητο, μη ευαίσθητες, μη ευαίσθητη