Otupení στα ελληνικά

Μετάφραση: otupení, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδράνεια, κατάπληξη, νάρκη, εμβροντησία, άμβλυνση, αμβλύνοντας, άμβλυνσης, αμβλύνσεως, στομώματος
Otupení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • otrocký στα ελληνικά - δούλος, σκλάβος, σκλάβων, slave, σκλάβο
  • otrok στα ελληνικά - ραγιάς, δούλος, σκλάβος, σκλάβων, slave, σκλάβο
  • otupený στα ελληνικά - απότομος, μονοκόμματος, χαζός, αμβλύς, μουδιασμένος, ναρκωμένος, μουδιασμένο, ...
  • otužilý στα ελληνικά - σκληραγωγημένος, Hardy, Χάρντι, σκληραγωγημένο, σκληραγωγημένα
Τυχαίες λέξεις
Otupení στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδράνεια, κατάπληξη, νάρκη, εμβροντησία, άμβλυνση, αμβλύνοντας, άμβλυνσης, αμβλύνσεως, στομώματος