Λέξη: καταφατικός

Μεταφράσεις: καταφατικός

καταφατικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
affirmative

καταφατικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
afirmativo, afirmativa, positiva, afirmativamente, afirmativas

καταφατικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bejahend, bejahung, zustimmend, bestätigend, positiv, Bejahung, bejaht

καταφατικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
affirmatif, positif, affirmative, positive, affirmative à, discrimination positive

καταφατικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
affermativa, affermativo, affermativamente, positiva, senso affermativo

καταφατικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
afirmativo, afirmativa, afirmativamente, positiva, afirmativas

καταφατικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bevestigend, positieve, bevestigend luidt, bevestigende, ja

καταφατικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
утвердительный, заявление, позитивный, утверждение, положительный, утвердительно, положительно, позитивных

καταφατικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bekreftende, Affirmative, positiv, om kvotering, kvotering

καταφατικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
jakande, ja, positiv, bekräftande, besvaras jakande

καταφατικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
suopea, myöntävä, myöntävästi, myönteinen, vastataan myöntävästi, myönteisiä

καταφατικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bekræftende, bekraeftende, positiv, besvares bekræftende

καταφατικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pozitivní, kladný, kladně, kladné, kladná, afirmativní

καταφατικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pozytywny, twierdzący, twierdzącej, twierdząca, twierdzącej na

καταφατικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
igenlő, megerősítő, igen, pozitív, igennel

καταφατικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
olumlu, pozitif, olumlayıcı, olumlu bir, müspet

καταφατικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ухвальний, ствердний, стверджувальний, позитивний, ствердну, позитивну, ствердна, позитивна

καταφατικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pohues, pozitive, afirmativ, afirmative, pozitiv

καταφατικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
утвърдителен, положителен, положително, положителни, утвърдително

καταφατικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сцвярджальны, станоўчы, збянтэжаны, маю згоду

καταφατικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pooldav, jaatav, kinnitav, jaatavalt, jaatava

καταφατικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pozitivan, potvrdan, potvrdno, afirmativna, afirmativne

καταφατικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
jákvætt, játandi, svo er, virkri, sértækar

καταφατικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
teigiamas, teigiamai, būtų teigiamas

καταφατικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apstiprinošs, pozitīvs, apstiprinoša, apstiprinoši

καταφατικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
афирмативна, афирмативни, афирмативен, афирмативните, потврдно

καταφατικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
afirmativ, afirmative, pozitive, afirmativă, pozitivă

καταφατικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pritrdilno, pritrdilen, pritrdilnega, pritrdilnem

καταφατικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kladný, pozitívny, pozitívne, kladné, priaznivý
Τυχαίες λέξεις