Pól στα ελληνικά

Μετάφραση: pól, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλούκι, πάσσαλος, κοντάρι, πόλο, πόλος, πόλου, πόλων
Pól στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • píšťalka στα ελληνικά - σφυρίζω, σφύριγμα, σφυρίχτρα, panpipe
  • pódium στα ελληνικά - πλατφόρμα, εξέδρα, βάθρο, βήμα, πόντιουμ, βάθρου
  • pór στα ελληνικά - πόρος, πράσο, πράσα, το πράσο, πράσου, πράσων
  • pórovitý στα ελληνικά - κυτταρικός, σπογγώδης, πορώδης, πορώδες, πορώδη, πορώδους, πορώδεις
Τυχαίες λέξεις
Pól στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλούκι, πάσσαλος, κοντάρι, πόλο, πόλος, πόλου, πόλων