Palivo στα ελληνικά
Μετάφραση: palivo, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καύσιμο, καύσιμα, τροφοδοτώ, καυσίμου, καυσίμων, των καυσίμων
Μεταφράσεις
- palice στα ελληνικά - λέσχη, ρόπαλο, κλαμπ, σύλλογος, club, σύλλογο
- palisáda στα ελληνικά - φράκτης εκ πασσάλων, οχύρωμα εκ πασσάλων, λοφοσειράς, πασσαλώδες, Το τείχος με πασσάλους
- palička στα ελληνικά - σφύρα πρόεδρου, σφυρί, το σφυρί, σφύρα, gavel
- palma στα ελληνικά - φοίνικας, παλάμη, παλάμης, φοίνικα, φοίνικες, φοινικέλαιο
Τυχαίες λέξεις
Palivo στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καύσιμο, καύσιμα, τροφοδοτώ, καυσίμου, καυσίμων, των καυσίμων
Μεταφράσεις: καύσιμο, καύσιμα, τροφοδοτώ, καυσίμου, καυσίμων, των καυσίμων