Par στα ελληνικά

Μετάφραση: par, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισότητα, ισοτιμία, άρτιο, παρ, ονομαστικής, ονομαστική
Par στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • papuča στα ελληνικά - παντόφλα, slipper, παντόφλες, παντόφλας, παντοφλών
  • papyrus στα ελληνικά - πάπυρος, πάπυρο, παπύρου, παπύρων, πάπυροι
  • parabola στα ελληνικά - παραβολή, παραβολής, παραβολών, της παραβολής, παραβολής που
  • paradigma στα ελληνικά - παράδειγμα, πρότυπο, παραδείγματος, υπόδειγμα, προτύπου
Τυχαίες λέξεις
Par στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισότητα, ισοτιμία, άρτιο, παρ, ονομαστικής, ονομαστική