Stály στα ελληνικά

Μετάφραση: stály, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόνιμος, συνεχής, αδιάκοπος, διαρκής, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο
Stály στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stále στα ελληνικά - συνεχώς, ποτέ, πάντα, πάντοτε, μόνιμα, ακόμη, ακόμα, ...
  • stálosť στα ελληνικά - σταθερότητα, σταθερότητας, τη σταθερότητα, της σταθερότητας, σταθερότητα των
  • stávka στα ελληνικά - αποχώρηση, απεργία, απεργίας, άσκησης, εξάσκησης, χτύπημα
  • stáť στα ελληνικά - εξέδρα, στάση, σταθεί, ηρεμία, παραμείνει, στέκονται
Τυχαίες λέξεις
Stály στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόνιμος, συνεχής, αδιάκοπος, διαρκής, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο