Stočiť στα ελληνικά
Μετάφραση: stočiť, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουλούρα, στροφή, στραμπουλίζω, καμπή, πηνίο, πλοκή, σπείρα, πηνίου, σπείρας, του πηνίου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- stovka στα ελληνικά - εκατόν, εκατό, εκατοντάδες, εκατοντάδων, διακόσια
- stočení στα ελληνικά - αλλάζω, γυρίζω, ράφια, μετάγγιση, ραφιών, στίβουν, στίβουν το
- stožiar στα ελληνικά - κατάρτι, ιστός, ιστό, σκελετού ανύψωσης, σκελετó ανύψωσης
- strach στα ελληνικά - τρομάζω, τρόμος, εκφοβίζω, φόβος, φοβάμαι, φόβο, φόβου, ...
Τυχαίες λέξεις
Stočiť στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουλούρα, στροφή, στραμπουλίζω, καμπή, πηνίο, πλοκή, σπείρα, πηνίου, σπείρας, του πηνίου
Μεταφράσεις: κουλούρα, στροφή, στραμπουλίζω, καμπή, πηνίο, πλοκή, σπείρα, πηνίου, σπείρας, του πηνίου