Už στα ελληνικά

Μετάφραση: už, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήδη, τώρα, έχουν ήδη, που έχουν ήδη, έχει ήδη, που ήδη
Už στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ušní στα ελληνικά - ακουστικός, ωτικές, ωτική, ωτικών, ωτικής, ωτικό
  • ušpiniť στα ελληνικά - βρώμικος, βρώμικο, βρώμικα, βρώμικη, βρώμικες
  • užite στα ελληνικά - καλός, αγαθός, χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμο, χρήσιμη, χρήσιμα
  • užitočný στα ελληνικά - χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμο, χρήσιμη, χρήσιμα
Τυχαίες λέξεις
Už στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήδη, τώρα, έχουν ήδη, που έχουν ήδη, έχει ήδη, που ήδη