Uspokojení στα ελληνικά
Μετάφραση: uspokojení, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρέσκεια, αυταρέσκεια, ικανοποίηση, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του
Μεταφράσεις
- usilovný στα ελληνικά - φιλόπονος, κοπιαστικός, έντονος, επίπονος, εντατικός, επιτακτικός, επιμελής, ...
- uslzený στα ελληνικά - δακρυσμένος, δακρυσμένα, δακρυσμένο, γεμάτη δάκρυα, δακρυσμένη
- uspokojivý στα ελληνικά - ικανοποιητικός, ικανοποιητική, ικανοποιητικό, ικανοποιητικά, ικανοποιητικές
- uspokojiť στα ελληνικά - παροχή, προμήθεια, παρέχω, χορήγηση, ικανοποιώ, χορταίνω, ικανοποιούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Uspokojení στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρέσκεια, αυταρέσκεια, ικανοποίηση, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του
Μεταφράσεις: αρέσκεια, αυταρέσκεια, ικανοποίηση, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του