Váha στα ελληνικά
Μετάφραση: váha, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- vzácny στα ελληνικά - σπάνιος, σπάνια, σπάνιες, σπάνιο, σπάνιων
- vzťah στα ελληνικά - σχέση, σχέσης, σχέσεις, σχέσεων, τη σχέση
- váhanie στα ελληνικά - δισταγμός, διστακτικότητα, δισταγμό, δισταγμούς, δισταγμού
- váhavosť στα ελληνικά - δισταγμός, διστακτικότητα, η διστακτικότητα, δισταγμούς, διστακτικότητά
Τυχαίες λέξεις
Váha στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
Μεταφράσεις: βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους