Vanilkový στα ελληνικά
Μετάφραση: vanilkový, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βανίλια, βανίλιας, τη βανίλια, vanilla, η βανίλια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- vandal στα ελληνικά - βάνδαλος, βανδαλισμούς, στους βανδαλισμούς, σε βανδαλισμούς, βανδάλων
- vanilka στα ελληνικά - βανίλια, βανίλιας, τη βανίλια, vanilla, η βανίλια
- vankúš στα ελληνικά - μαξιλάρι, μαξιλαριού, μαξιλαράκι, μαξιλάρι του, μαξιλαριού του
- vari στα ελληνικά - μπορεί, ίσως, ίσως και, ίσως να, μήπως, ενδεχομένως
Τυχαίες λέξεις
Vanilkový στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βανίλια, βανίλιας, τη βανίλια, vanilla, η βανίλια
Μεταφράσεις: βανίλια, βανίλιας, τη βανίλια, vanilla, η βανίλια