Zásadový στα ελληνικά

Μετάφραση: zásadový, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεπτολόγος, ευσυνείδητος, αρχών, ηθική, σε αρχές, με αρχές, βασισμένη σε αρχές
Zásadový στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • zásada στα ελληνικά - αρχή, αξίωμα, βάθρο, δόγμα, ευτελής, αρχής, αρχήν, ...
  • zásaditý στα ελληνικά - αλκαλικός, αλκαλική, αλκαλικό, αλκαλικής, αλκαλικών, αλκαλικές
  • zásady στα ελληνικά - πολιτική, αρχές, αρχών, τις αρχές, αρχές που, αρχές της
  • zásah στα ελληνικά - παρεμβολή, παρέμβαση, παρέμβασης, παρεμβάσεως, επέμβαση, επέμβασης
Τυχαίες λέξεις
Zásadový στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεπτολόγος, ευσυνείδητος, αρχών, ηθική, σε αρχές, με αρχές, βασισμένη σε αρχές