Λέξη: συννεφιασμένος
Σχετικές λέξεις: συννεφιασμένος
συννεφιασμένος ουρανός
Συνώνυμα: συννεφιασμένος
νεφελώδης, συννεφώδης
Μεταφράσεις: συννεφιασμένος
συννεφιασμένος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cloudy, overcast, sunny, clouds, clouded
συννεφιασμένος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
nebuloso, nubloso, pardo, nublado, turbio, soleado, despejado, nuboso
συννεφιασμένος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
trüb, neblig, wolkig, sonnenlos, trübe, nebelig, bewölkt, bedeckt
συννεφιασμένος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
obscurcir, nuageux, nébuleux, sombre, gris, morne, confus, couvrir, vague, couvert, trouble, éclaircies, brouillard
συννεφιασμένος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
torbido, annuvolato, nuvolo, nuvoloso, nuovoloso, poco nuvoloso, nuvolosa
συννεφιασμένος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nebuloso, nublado, turvo, cloudy, turva
συννεφιασμένος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onduidelijk, vaag, bewolkt, troebel, bewolkte, helder, zonnig
συννεφιασμένος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мутный, мрачный, затуманенный, туманный, хмурый, пасмурный, путаный, непрозрачный, облачный, облако, неясный, облачно, пасмурно, облачное, Малооблачно
συννεφιασμένος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
overskyet, skyet, Regn, klart, uklar
συννεφιασμένος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
oklar, grumlig, molnighet, molnigt, molnig, dimmigt
συννεφιασμένος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pilvinen, samea, pilvistä, sameaa, umpuilma
συννεφιασμένος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
overskyet, uklar, skyet, uklart, uklare
συννεφιασμένος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zamračený, kalný, mlhavý, chmurný, nejasný, mračný, mlhovitý, zakalený, zahalit, oblačný, pochmurný, přeháňky, zataženo, oblačno, Polojasno
συννεφιασμένος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pochmurny, zachmurzone, mętny, posępny, chmurny, słabe, zachmurzenie
συννεφιασμένος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
borult, felhős, zavaros, borús, polooblačno
συννεφιασμένος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bulutlu, parçalı bulutlu, bulanık, parçalı, sunny
συννεφιασμένος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прожилками, плутаний, мрячний, хмарний, хмари, хмарного, похмурий, хмаровий
συννεφιασμένος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i vrenjtur, re, me re, vrenjtur, të lehta shiu
συννεφιασμένος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мътен, облачен, облачност, облачно, мътна
συννεφιασμένος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хваля, хмарны, Воблачны, пахмурны, Облачный
συννεφιασμένος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hägune, lauspilves, morn, pilvine, pilvisusega, Vahelduva pilvisusega, pilves, häguseks
συννεφιασμένος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
oblačnih, maglovit, oblačan, maglovitih, potamniti, zamračiti, oblačno, mutna, zamućena, oblačna, oblačno s
συννεφιασμένος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skýjað, skýjuð, skýjaður, skýjaðar
συννεφιασμένος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
debesuotas, drumstas, debesuota, debesuotumas, susidrumstęs, drumsta
συννεφιασμένος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apmācies, mākoņains, duļķains, skaidrs, mākoņains un lietusgāzes
συννεφιασμένος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
облачно, облачни, облачен, заматена
συννεφιασμένος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
noros, înnorat, tulbure, noroasă, înnourat
συννεφιασμένος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
oblačno, oblačen, zamračeno, motna, moten, motno, motnega
συννεφιασμένος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
oblačno, zamračeno, zakalený, je zakalený, kalný, zakalená, zákal
Τυχαίες λέξεις