Bruto στα ελληνικά

Μετάφραση: bruto, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αισχρός, χοντρός, ακαθάριστος, πρόστυχος, ακαθάριστο, ακαθάριστα, ακαθάριστη, ακαθάριστου, ακαθάριστων
Bruto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • brusivo στα ελληνικά - τραχύς, εφαρμογές λείανσης, λειαντικές εφαρμογές, για λειαντικές εφαρμογές, για εφαρμογές λείανσης, των λειαντικών μέσων
  • brusna στα ελληνικά - τραχύς, λείανσης, λείανση, άλεση, άλεσης, άλεσμα
  • brutálnost στα ελληνικά - κτηνωδία, βαρβαρότητα, βιαιότητα, βαναυσότητα, βαρβαρότητας
  • brutální στα ελληνικά - κτηνώδης, θηριώδης, βάναυση, βίαιη, βάναυσο, βάρβαρη
Τυχαίες λέξεις
Bruto στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αισχρός, χοντρός, ακαθάριστος, πρόστυχος, ακαθάριστο, ακαθάριστα, ακαθάριστη, ακαθάριστου, ακαθάριστων