Mák στα ελληνικά

Μετάφραση: mák, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παπαρούνα, Mak, Μακ, mak δείχνουν, ενεργοποίησης MAK, ανε
Mák στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mušketa στα ελληνικά - τουφέκι, μουσκέτο
  • mág στα ελληνικά - ταχυδακτυλουργός, μάγος, Mag, ΜΑΟ, το MAG, του MAG, η Mag
  • málem στα ελληνικά - σχεδόν, παραλίγο, Malema
  • málo στα ελληνικά - λίγο, υστέρημα, υπό-, μικρός, έλλειψη, Malo, Μαλό, ...
Τυχαίες λέξεις
Mák στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παπαρούνα, Mak, Μακ, mak δείχνουν, ενεργοποίησης MAK, ανε