Oddelek στα ελληνικά
Μετάφραση: oddelek, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαίρεση, τομή, μεραρχία, τμήμα, διχασμός, τμήματος, σημείο, Ενότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- odborník στα ελληνικά - εμπειρογνώμονας, επαγγελματίας, εμπειρογνώμων, επαγγελματικός, ειδικός, Σύμβουλος, Σύμβουλο, ...
- oddan στα ελληνικά - πιστός, υποβάλλονται, υποβλήθηκαν, υποβάλλεται, υποβληθεί, υπέβαλε
- oddelit στα ελληνικά - εκρήγνυμαι, spin off, απόσχιση, απόσχιση της, αποσχίσουν, την απόσχιση
- ode στα ελληνικά - ωδή, ωδής, ύμνος, την Ωδή
Τυχαίες λέξεις
Oddelek στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαίρεση, τομή, μεραρχία, τμήμα, διχασμός, τμήματος, σημείο, Ενότητα
Μεταφράσεις: διαίρεση, τομή, μεραρχία, τμήμα, διχασμός, τμήματος, σημείο, Ενότητα