Ráno στα ελληνικά

Μετάφραση: ráno, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωί, είμαι, Rano, ρανο, Ράνο
Ráno στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rám στα ελληνικά - σώμα, πλαίσιο, πλαισιώνω, διάρθρωση, σκελετός, πλαισίωση, δομή, ...
  • rána στα ελληνικά - τραύμα, σκάγια, χτύπημα, τραυματίζω, πυροβολισμός, πυροβόλησα, τραυματισμός, ...
  • ráz στα ελληνικά - ίνα, τενόρος, αποκάλυψη, Αποκάλυψης, Αποκάλυψις, Αποκ, Αποκαλύψεως
  • ráznost στα ελληνικά - του, από, της, των
Τυχαίες λέξεις
Ráno στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωί, είμαι, Rano, ρανο, Ράνο