Sát στα ελληνικά
Μετάφραση: sát, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρουφώ, θηλάζω, γλείφω, SAT, Σάβ, Σαβ, κάθισε, Ο Σατ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- sám στα ελληνικά - μοναχός, μόνος, είναι η ίδια, είναι το ίδιο, η ίδια, είναι ο ίδιος, το ίδιο
- sání στα ελληνικά - αναρρόφηση, άντληση, Σάνια, Sania, Σάνιας
- síla στα ελληνικά - δύναμη, βία, εξουσία, μπορούσα, κύρος, ρώμη, εξαναγκάζω, ...
- sít στα ελληνικά - ενσπείρω, σπέρνω, SIT, του SIT, το SIT
Τυχαίες λέξεις
Sát στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρουφώ, θηλάζω, γλείφω, SAT, Σάβ, Σαβ, κάθισε, Ο Σατ
Μεταφράσεις: ρουφώ, θηλάζω, γλείφω, SAT, Σάβ, Σαβ, κάθισε, Ο Σατ