Spol στα ελληνικά
Μετάφραση: spol, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γένος, σεξ, έρωτας, φύλο, φύλου, το φύλο, σεξουαλική
Μεταφράσεις
- spojit στα ελληνικά - δένω, συγχωνεύω, συνδέω, συγχωνεύομαι, ενώνω, δεσμεύω, ενοποιώ, ...
- spojka στα ελληνικά - σύνδεσμος, αρπάζω, απομόνωση, συνδετικός, πιάνω, κλώσημα, Coupler, ...
- spolu στα ελληνικά - ίδιος, μαζί, φύλο, φύλου, σεξ, το φύλο, σεξουαλική
- spomenik στα ελληνικά - μνημείο, μνημείου, μνημείων, μνημείο που
Τυχαίες λέξεις
Spol στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γένος, σεξ, έρωτας, φύλο, φύλου, το φύλο, σεξουαλική
Μεταφράσεις: γένος, σεξ, έρωτας, φύλο, φύλου, το φύλο, σεξουαλική