Akustik στα ελληνικά

Μετάφραση: akustik, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακουστική, Ακουστικής, Acoustics, την ακουστική, ακουστική του
Akustik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aktör στα ελληνικά - παίκτης, ηθοποιός, ηθοποιό, παράγοντα, φορέα, παράγοντας
  • akupunktur στα ελληνικά - βελονισμός, βελονισμού, βελονισμό, ο βελονισμός, το βελονισμό
  • akustisk στα ελληνικά - ακουστικός, ηχητικός, ακουστική, ακουστικό, ακουστικών, ακουστικά
  • akut στα ελληνικά - οξύς, έντονος, οξυδερκής, οξεία, οξείας, οξείες, οξύ
Τυχαίες λέξεις
Akustik στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακουστική, Ακουστικής, Acoustics, την ακουστική, ακουστική του