Använda στα ελληνικά
Μετάφραση: använda, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιτούμαι, βάζω, εφαρμόζω, χρήση, χρησιμοποιώ, χρήσης, τη χρήση, χρησιμοποίηση, η χρήση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anvisa στα ελληνικά - φανερώνω, δείχνω, εμφαίνω, ανάθεση, την ανάθεση, εκχώρηση, αναθέτοντας, ...
- anvisning στα ελληνικά - οδηγία, οδηγίες, τις οδηγίες, οδηγίες που, εγκυκλίου, οδηγιών
- användande στα ελληνικά - άσκηση, χρησιμοποιώ, χρήση, χρησιμοποιώντας, με τη χρήση, τη χρήση, χρησιμοποιούν
- användbar στα ελληνικά - χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμο, χρήσιμη, χρήσιμα
Τυχαίες λέξεις
Använda στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιτούμαι, βάζω, εφαρμόζω, χρήση, χρησιμοποιώ, χρήσης, τη χρήση, χρησιμοποίηση, η χρήση
Μεταφράσεις: αιτούμαι, βάζω, εφαρμόζω, χρήση, χρησιμοποιώ, χρήσης, τη χρήση, χρησιμοποίηση, η χρήση