Buk στα ελληνικά

Μετάφραση: buk, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στομάχι, κοιλιά, κοιλιακή χώρα, κοιλιάς, κοιλία, στην κοιλιά
Buk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • buffert στα ελληνικά - ασπίδα, ρυθμιστικό, ρυθμιστικού, ρυθμιστικό διάλυμα, ρυθμιστικού διαλύματος, buffer
  • buga στα ελληνικά - τόξο, φιόγκος, κόμπος, πλώρη, πλώρης, φιόγκο, το τόξο
  • bukett στα ελληνικά - μπουκέτο, τσαμπί, μάτσο, δέσμη, ανθοδέσμη, μπουκέτο με, ανθοδεσμών, ...
  • bukt στα ελληνικά - χάσμα, κόλπος, άβυσσος, κόλπο, κόλπου, όρμο, όρμου
Τυχαίες λέξεις
Buk στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στομάχι, κοιλιά, κοιλιακή χώρα, κοιλιάς, κοιλία, στην κοιλιά