Dålig στα ελληνικά
Μετάφραση: dålig, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πενιχρός, κακός, φτωχός, σατανικός, καημένος, άρρωστος, κακής, άρρωστοι, άρρωστο, της κακής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- därför στα ελληνικά - διότι, τόσο, συνεπώς, έτσι, γιατί, άραγε, επομένως, ...
- då στα ελληνικά - μετά, τότε, έπειτα, έτσι, τόσο, στη συνέχεια, συνέχεια
- dån στα ελληνικά - ωρύομαι, βρυχώμαι, γκρινιάζω, μεμψιμοιρώ, μπουμπουνίζω, βρυχηθμός, φασαρία, ...
- dåna στα ελληνικά - μπουμπουνίζω, βροντές, βροντώ, ανθεί, Ακμάζουσα, Άνθηση, Βουίζοντας, ...
Τυχαίες λέξεις
Dålig στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πενιχρός, κακός, φτωχός, σατανικός, καημένος, άρρωστος, κακής, άρρωστοι, άρρωστο, της κακής
Μεταφράσεις: πενιχρός, κακός, φτωχός, σατανικός, καημένος, άρρωστος, κακής, άρρωστοι, άρρωστο, της κακής