Dragningskraft στα ελληνικά
Μετάφραση: dragningskraft, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δόλωμα, κράχτης, δελεάζω, ελκυστικότητα, ελκυστικότητας, της ελκυστικότητας, την ελκυστικότητα, ελκυστικότητά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- drag στα ελληνικά - ράβδωση, εφελκυσμό, εφελκυσμού, σε εφελκυσμό, στον εφελκυσμό, αντοχή
- draga στα ελληνικά - έλκω, τράβηγμα, επισύρω, ζωγραφίζω, τραβώ, πηγαίνω, πάω, ...
- dragspel στα ελληνικά - ακορντεόν, ακκορντεόν, το ακορντεόν, ακκορντέον
- drake στα ελληνικά - δράκος, χαρταετός, αετός, kite, χαρταετό, αετό
Τυχαίες λέξεις
Dragningskraft στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δόλωμα, κράχτης, δελεάζω, ελκυστικότητα, ελκυστικότητας, της ελκυστικότητας, την ελκυστικότητα, ελκυστικότητά
Μεταφράσεις: δόλωμα, κράχτης, δελεάζω, ελκυστικότητα, ελκυστικότητας, της ελκυστικότητας, την ελκυστικότητα, ελκυστικότητά