Förordning στα ελληνικά

Μετάφραση: förordning, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεσπίζω, διάταγμα, θέσπισμα, κανονισμός, ρύθμιση, κανονισμού, κανονισμό, τον κανονισμό
Förordning στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • förolämpa στα ελληνικά - προσβάλλω, προσβολή, προσβολής, την προσβολή, προσβάλλουν, ύβρη
  • förord στα ελληνικά - πρόλογος, προοίμιο, προλογίζω, σμού, κανονισμού, κανονισμό, κανονικότητα, ...
  • förorena στα ελληνικά - μαγαρίζω, μολύνουν, ρυπαίνουν, μολύνει, ρυπαίνει, ρύπανση
  • förorening στα ελληνικά - ρύπανση, μόλυνση, μίασμα, ρύπανσης, της ρύπανσης, τη ρύπανση
Τυχαίες λέξεις
Förordning στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεσπίζω, διάταγμα, θέσπισμα, κανονισμός, ρύθμιση, κανονισμού, κανονισμό, τον κανονισμό