Full στα ελληνικά

Μετάφραση: full, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεστός, περατώνω, ολικός, πλήρης, ολόκληρος, γεμάτος, απόλυτος, ολοκληρώνω, πλήρη, πλήρους, πλήρως, πλήρες
Full στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fuktig στα ελληνικά - νοτισμένος, περιχύω, νωπός, υγρός, βρεγμένος, υγρασία, υγρό, ...
  • ful στα ελληνικά - βδελυρός, απεχθής, άσχημος, άσχημο, άσχημη, άσχημα, άσχημες
  • fullborda στα ελληνικά - επιτυγχάνω, ολόκληρος, καταφέρω, ολοκληρώνω, περατώνω, πραγματοποιώ, πλήρης, ...
  • fullkomlig στα ελληνικά - απόλυτος, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί
Τυχαίες λέξεις
Full στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεστός, περατώνω, ολικός, πλήρης, ολόκληρος, γεμάτος, απόλυτος, ολοκληρώνω, πλήρη, πλήρους, πλήρως, πλήρες