Λέξη: αψίδα

Σχετικές λέξεις: αψίδα

αψίδα του αδριανού, αψίδα κήπου, αψίδα του κωνσταντίνου, αψίδα του γαλερίου, αψίδα μεγάλου κωνσταντίνου, αψίδα του τίτου, αψίδα θριάμβου, αψίδα ναού, αψίδα εκκλησίας, αψίδα του σεπτίμιου σεβήρου

Συνώνυμα: αψίδα

κοίλωμα εντός ναού, θόλος, κάμαρα

Μεταφράσεις: αψίδα

αψίδα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dome, apse, arc, arch, Arc, the apse, archway

αψίδα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
arcada, bóveda, ábside, arco, cúpula, arco de, del arco, de arco, arch

αψίδα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dampfdom, gewölbe, führend, dom, kuppel, lichtbogen, wölbung, fußrücken, bogen, bogengang, kreisbogen, Bogen, arch, Bogens

αψίδα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
hémicycle, arche, badin, archet, voûte, espiègle, cintre, coupole, arc, arcade, abside, cambrure, astucieux, dôme, malin, courber, arch

αψίδα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
inarcare, arco, abside, cupola, volta, arch, arcata, dell'arco, arco di

αψίδα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cúpula, arco, abóbada, dólar, do arco, arch, arco de, arcada

αψίδα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
koepel, boog, toog, Arch, de Boog, De Boog van, boog van

αψίδα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сгорбить, антиклиналь, проказливый, купол, дуга, искра, лукавый, провисание, сводчатый, стрелка, апсида, выгнуть, котелок, радуга, прожженный, провес, арка, арки, свод, дуги

αψίδα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kuppel, bue, arch, erke, buen, k

αψίδα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
båge, arch, bågen, valv, välva

αψίδα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
holvi, kupoli, holvikäytävä, kaari, veitikkamainen, kaareutua, arch, kaaren, Archin, Hake

αψίδα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bue, apsis, arch, buen, svangen

αψίδα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dóm, čtverácký, kopule, prohnout, vyklenout, šelmovský, apsida, oblouk, šibalský, arch, oblouku, klenby, klenba

αψίδα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
apsyda, łuk, chytry, sklepienie, kopuła, urwisowski, wyginać, absyda, przęsło, figlarny, kopułka, arch, łuku, archeologiczny, uk

αψίδα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ravaszkás, hengerfejüreg, körív, boltív, Arch, ív, boltozat, íve

αψίδα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yay, kemer, arch, ezeli, kemeri, kemerli

αψίδα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
іскра, дуга, склепіння, баня, іскрити, апсида, арка, вигнути, прогин, котелок, звід, арку

αψίδα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hark, Arch, harku, harkun, harkut

αψίδα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
купол, дъга, арка, свод, арх, междустайни

αψίδα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
арка

αψίδα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaar, kaarkäik, võlvuma, kuppelstaadion, kuppel, hangeldaja, Arch, kaare, võidukaar, võlvi

αψίδα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kube, lučni, palača, svod, slavoluk, luka, lukom, luk, duga, zasvoditi, kupola, krov, apsidu, po stavki, arch

αψίδα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bunga, bogi, Arch, boga

αψίδα στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
arcus

αψίδα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lankas, arka, kupolas, Arch, arkos, arkinių

αψίδα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
arka, kupols, loks, arch, arkas, arku, velve

αψίδα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
клунот, лак, арх, свод, сводот, лакот

αψίδα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
arc, cupolă, arch, arc de, arh, arcului

αψίδα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
apsida, dóm, arch, lok, obok, loka, loku

αψίδα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dóm, vyklenutí, klenba, apsida, oblúk, Arch
Τυχαίες λέξεις