Gräl στα ελληνικά

Μετάφραση: gräl, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σειρά, καυγαδίζω, διαπληκτίζομαι, φιλονικία, διαφορά, διένεξη, κωπηλατώ, καβγάς, διαφωνία, καυγάς, διεκδικώ, Barney, Μπάρνι, Μπάρνεϊ, Ο Barney, του Barney
Gräl στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • grädda στα ελληνικά - ψήνω, Ψήστε, bake, ψήνουμε, ψήνουν
  • grädde στα ελληνικά - κρέμα, κρέμας, κρέμα γάλακτος, κρέμας γάλακτος, κρεμ
  • gräla στα ελληνικά - καυγάς, διαφωνώ, διαπληκτίζομαι, φιλονικία, επιχειρηματολογώ, διένεξη, καυγαδίζω, ...
  • grämelse στα ελληνικά - έννοια, ανησυχώ, ταπείνωση, νέκρωση, απονέκρωση, τη θανάτωση, εξαγνισμού
Τυχαίες λέξεις
Gräl στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σειρά, καυγαδίζω, διαπληκτίζομαι, φιλονικία, διαφορά, διένεξη, κωπηλατώ, καβγάς, διαφωνία, καυγάς, διεκδικώ, Barney, Μπάρνι, Μπάρνεϊ, Ο Barney, του Barney