Κωπηλατώ στα σουηδικά
Μετάφραση: κωπηλατώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gräl, rad, kiv, rodd, kanot, kanoten, paddla kanot, kanoter
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κωπηλατώ
κωπηλατώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, κωπηλατώ στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κωνοφόρος στα σουηδικά - barrträ, barrträds-, av barrträ, barrträds
- κωπηλασία στα σουηδικά - rodd, ro, roddbåt, rowing
- κόβω στα σουηδικά - klippa, inskränka, hugga, snitt, hugg, sever, bryta, ...
- κόκαλο στα σουηδικά - ben, benet, benar, skelett, med ben
Τυχαίες λέξεις
Κωπηλατώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: gräl, rad, kiv, rodd, kanot, kanoten, paddla kanot, kanoter
Μεταφράσεις: gräl, rad, kiv, rodd, kanot, kanoten, paddla kanot, kanoter