Intet στα ελληνικά

Μετάφραση: intet, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τίποτα, όχι, αριθ, δεν, καμία, κανένα
Intet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • intervall στα ελληνικά - διάστημα, διάλειμμα, σειρά, εμβέλεια, φάσμα, εύρος, γκάμα
  • intervju στα ελληνικά - συνέντευξη, συνέντευξης, συνέντευξή, συνέντευξή του, συνέντευξη που
  • intetsägande στα ελληνικά - ήπιος, ήπιο, μειλίχιο, μειλίχια, ήπια
  • intilliggande στα ελληνικά - προσκείμενος, διπλανός, παρακείμενος, κοντινός, γειτονικά, δίπλα, παρακείμενες, ...
Τυχαίες λέξεις
Intet στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τίποτα, όχι, αριθ, δεν, καμία, κανένα