Jord στα ελληνικά

Μετάφραση: jord, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσγειώνω, γη, προσγειώνομαι, έδαφος, χώμα, μαγαρίζω, προσαράσσω, εδάφους, του εδάφους, το έδαφος
Jord στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • jod στα ελληνικά - ιώδιο, ιωδίου, το ιώδιο, του ιωδίου
  • jon στα ελληνικά - ιόν, ιόντων, ιόντος, ion, ιόντα
  • jordbruk στα ελληνικά - γεωργία, γεωργικός, Γεωργικά, Γεωργικό, Γεωργικού, Γεωργικής
  • jordbrukare στα ελληνικά - αγρότης, αγρότες, οι αγρότες, τους αγρότες, γεωργούς, γεωργοί
Τυχαίες λέξεις
Jord στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσγειώνω, γη, προσγειώνομαι, έδαφος, χώμα, μαγαρίζω, προσαράσσω, εδάφους, του εδάφους, το έδαφος