Ko στα ελληνικά

Μετάφραση: ko, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγελάδα, αγελάδας, αγελάδων, αγελάδες, αγελαδινό
Ko στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • knäböja στα ελληνικά - γονατίζω, γονατίσει, γονατίζουν, γονατίσουν, γονατίσω
  • knäppa στα ελληνικά - κουμπί, θραύση, συμπληρωματικό πρόγραμμα, snap, πρόωρες, κουμπώματος
  • kobolt στα ελληνικά - κοβάλτιο, κοβαλτίου, του κοβαλτίου, το κοβάλτιο, σε κοβάλτιο
  • kobra στα ελληνικά - κόμπρα, Cobra, κόμπρας, της κόμπρας, κόβρας
Τυχαίες λέξεις
Ko στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγελάδα, αγελάδας, αγελάδων, αγελάδες, αγελαδινό