Lik στα ελληνικά

Μετάφραση: lik, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρέσω, συμπαθώ, όμοιος, όπως, ίσιος, σαν, ίσος, ίδιος, παρόμοιος, πτώμα, παρόμοια, όπως η
Lik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • liga στα ελληνικά - συμμορία, συνασπισμός, κατηγορία, σπείρα, πρωτάθλημα, αρένα, πρωταθλήματος, ...
  • ligga στα ελληνικά - κείμαι, ψεύδομαι, ψέμα, βρίσκονται, κείνται, ψέματα, το ψέμα
  • lika στα ελληνικά - ακόμα, ίσος, ίση, ίσης, ίσο, ίσες
  • likgiltig στα ελληνικά - αδιάφορος, αδιάφορη, αδιάφοροι, αδιάφορο, αδιαφορεί
Τυχαίες λέξεις
Lik στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρέσω, συμπαθώ, όμοιος, όπως, ίσιος, σαν, ίσος, ίδιος, παρόμοιος, πτώμα, παρόμοια, όπως η