Linda στα ελληνικά

Μετάφραση: linda, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίδεσμος, άνεμος, αιολική, κουρδίζω, νηπιακή ηλικία, βρεφική ηλικία, σπάργανα, παιδική ηλικία, τη βρεφική ηλικία
Linda στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lina στα ελληνικά - παρατάσσω, γραμμή, ρυτίδα, επενδύω, σκοινί, γραμμής, σύμφωνα, ...
  • lind στα ελληνικά - ασβέστης, εκκαθάρισης, εκκαθάριση, περιέλιξης, περιέλιξη, τύλιγμα
  • lindra στα ελληνικά - καταπραΰνω, άνεση, ξαλαφρώνω, κατευνάζω, ανακουφίζω, ανακούφιση, ανακουφίσει, ...
  • linjal στα ελληνικά - κανόνας, αποφασίζω, ρίγα, χάρακας, βασιλεύω, ιθύνω, κυβερνήτης, ...
Τυχαίες λέξεις
Linda στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίδεσμος, άνεμος, αιολική, κουρδίζω, νηπιακή ηλικία, βρεφική ηλικία, σπάργανα, παιδική ηλικία, τη βρεφική ηλικία