Κουρδίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: κουρδίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
melodi, vind, stämma, linda, ton, vira, tune, ställa, låten, låt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουρδίζω
κουρδίζω κιθάρα, κουρδίζω την κιθάρα, κουρδίζω αγγλικά, κουρδίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, κουρδίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κουρασμένος στα σουηδικά - trött, trötta, trött på, tröttnat
- κουραφέξαλα στα σουηδικά - nötter, muttrar, muttrarna
- κουρελιασμένος στα σουηδικά - trasig, sliten, trasiga, tattered, söndersliten
- κουρεύω στα σουηδικά - skörd, fleece, ullen, skinnet
Τυχαίες λέξεις
Κουρδίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: melodi, vind, stämma, linda, ton, vira, tune, ställa, låten, låt
Μεταφράσεις: melodi, vind, stämma, linda, ton, vira, tune, ställa, låten, låt