Materia στα ελληνικά

Μετάφραση: materia, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοιάζομαι, υπόθεση, ύλη, πράμα, θέμα, ζήτημα, θέματος, ύλης
Materia στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • matematiker στα ελληνικά - μαθηματικός, μαθηματικοί, μαθηματικούς, μαθηματικών, οι μαθηματικοί, τους μαθηματικούς
  • matematisk στα ελληνικά - μαθηματικός, μαθηματική, μαθηματικών, μαθηματικές, μαθηματικό
  • material στα ελληνικά - ύλη, πράμα, υλικό, υλικού, υλικών, υλικά
  • materialism στα ελληνικά - υλισμός, Ο υλισμός, τον υλισμό, υλισμού, ΥΛΙΣΜΟΣ
Τυχαίες λέξεις
Materia στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοιάζομαι, υπόθεση, ύλη, πράμα, θέμα, ζήτημα, θέματος, ύλης