Omåttlig στα ελληνικά
Μετάφραση: omåttlig, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερβολικός, κραιπάλη, binge, ευκαιριακή άμετρη, ευκαιριακής άμετρης, φαγητού
![Omåttlig στα ελληνικά Omåttlig στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-se-gr-3808.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- omväxling στα ελληνικά - εναλλαγή, παραλλαγή, τροποποίηση, παραλλάζω, μετατροπή, αλλάζω, μεταβολή, ...
- omänsklig στα ελληνικά - απάνθρωπος, απάνθρωπης, της απάνθρωπης, απάνθρωπων, απάνθρωπη
- omöjlig στα ελληνικά - αδύνατον, αδύνατος, αδύνατο, αδύνατη, δυνατόν
- onani στα ελληνικά - αυνανισμός, αυνανισμό, αυνανισμού, ο αυνανισμός, masturbation
Τυχαίες λέξεις
Omåttlig στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερβολικός, κραιπάλη, binge, ευκαιριακή άμετρη, ευκαιριακής άμετρης, φαγητού
Μεταφράσεις: υπερβολικός, κραιπάλη, binge, ευκαιριακή άμετρη, ευκαιριακής άμετρης, φαγητού