Populär στα ελληνικά
Μετάφραση: populär, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαϊκός, δημοφιλής, δημοφιλή, δημοφιλές, δημοφιλείς, λαϊκή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- popularisera στα ελληνικά - λαϊκόν, διαδώσει, εκλαϊκεύσουμε, να διαδώσει, διαδώσει την
- popularitet στα ελληνικά - δημοτικότητα, δημοτικότητά, τη δημοτικότητά, βαθμολογία τους, τη βαθμολογία
- por στα ελληνικά - πόρος, πόρων, πόρου, των πόρων, πόρους
- porla στα ελληνικά - φούσκα, παφλάζω, φουσκάλα, γουργούρισμα, κελάρυσμα, γουργουρητό, κελαρύζει, ...
Τυχαίες λέξεις
Populär στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαϊκός, δημοφιλής, δημοφιλή, δημοφιλές, δημοφιλείς, λαϊκή
Μεταφράσεις: λαϊκός, δημοφιλής, δημοφιλή, δημοφιλές, δημοφιλείς, λαϊκή