Rättskaffens στα ελληνικά
Μετάφραση: rättskaffens, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόλις, δίκαιος, ενάρετος, δίκαιοι, ορθές, δίκαιους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- rättighet στα ελληνικά - σωστός, δικαίωμα, δεξιός, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα
- rättmätig στα ελληνικά - νόμιμος, νόμιμο, νόμιμους, δικαιωματική, νόμιμη
- rättvis στα ελληνικά - ξανθός, μόλις, δίκαιος, πανηγύρι, έκθεση, εύλογη, δίκαιη, ...
- rättvisa στα ελληνικά - δικαιοσύνη, έκθεση, δίκαιος, εύλογη, δίκαιη, εύλογης
Τυχαίες λέξεις
Rättskaffens στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόλις, δίκαιος, ενάρετος, δίκαιοι, ορθές, δίκαιους
Μεταφράσεις: μόλις, δίκαιος, ενάρετος, δίκαιοι, ορθές, δίκαιους